Μελετῶ τὰ τεκμήρια ποὺ φαντάζομαι ὅτι θὰ ἐξετάσουν οἱ φιλόλογοι τοῦ μέλλοντος ἂν ἀποφασίσουν νὰ γράψουν τὴν ἱστορία τῆς λογοτεχνίας τοῦ καιροῦ μας: ἐκδοθέντα βιβλία, κείμενα σὲ εἰδικευμένα περιοδικὰ καὶ ἱστότοπους, παρουσιάσεις καὶ κριτικές, συνεντεύξεις λογοτεχνῶν, βραβεῖα, φεστιβάλ, μεταφράσεις σὲ ξένες γλῶσσες, ἀναφορὲς σὲ ἐφημερίδες, ἱστοσελίδες καὶ περιοδικὰ ποικίλης ὕλης. Σαφῶς διακρίνονται τάσεις καὶ σταθερές, καθὼς τὰ περισσότερα ἀπὸ αὐτὰ τὰ τεκμήρια εἶναι συγκοινωνοῦντα δοχεῖα. Κάποιοι ποιητὲς ἐμφανίζονται σχεδὸν παντοῦ. Καὶ αὐτὸ εἶναι λογικὸ καὶ ἀναμενόμενο, δεδομένου ὅτι ἡ δημοσιότητα εἶναι μεταδοτική. Ὁ φιλόλογος τοῦ μέλλοντος θὰ τοὺς δεῖ θέλοντας καὶ μή, θὰ μετρήσει τὴν ἀπήχησή τους καὶ θὰ τοὺς συμπεριλάβει, σὲ ἁρμοζόντως περίοπτη θέση, στὴν ἱστορία ποὺ θὰ συγγράψει.
Ψάχνω ὕστερα στὸν ὠκεανὸ τῶν τεκμηρίων γιὰ κάποιους σύγχρονους ποιητὲς ποὺ προσωπικὰ ἔχω πολὺ ἀγαπήσει. Μερικούς, εὐτυχῶς, τοὺς ἀνακαλύπτω εὔκολα: ἔχουν σοβαρὲς ἐλπίδες ἐπιβίωσης, λοιπόν. Ἄλλους, ὅμως, πολὺ ἀγαπημένους, δὲν τοὺς βρίσκω πουθενά. Αὐτοὺς ποὺ τὰ βιβλία τους ἀνακάλυψα τυχαῖα σὲ κάποιο ξεχασμένο ράφι ἑνὸς βιβλιοπωλείου, ὅπου ἔμειναν γιὰ λίγες μέρες καὶ μετὰ πολτοποιήθηκαν. Αὐτὰ τὰ βραχύβια βιβλία ἦσαν τὰ μόνα τεκμήρια τῆς ὕπαρξής τους, σὲ ἐλάχιστες ἕως λίγες ἑκατοντάδες ἀντίτυπα τυπωμένα, ἰδίοις συνήθως ἀναλώμασι – μὲ ὅλες τὶς σημασίες τῆς λέξης. Ἀπήχηση μηδενική, καὶ λήθη ἐξασφαλισμένη. Αὐτοὶ οἱ ποιητὲς θὰ πεθάνουν μόλις πεθάνει καὶ ὁ τελευταῖος ἀναγνώστης ποὺ ἔτυχε (ἢ φρόντισαν) νὰ τοὺς διαβάσει.
Κοινότοπο τὸ συμπέρασμα: τὴν ἱστορία, συμεριλαμβανομένης καὶ τῆς ἱστορίας τῆς λογοτεχνίας, τὴν γράφουν οἱ νικητές. Ἄξιος ὁ μισθός τους.
[πρωτοδημοσιεύτηκε στὴ bibliothèque]