ἀποστείρωση

Ὅταν πῆρα τὴ μεγάλη ἀπόφαση νὰ ξεκινήσω νὰ ἐκτίθεμαι ὡς ἐπίδοξος ποιητής (σὲ προχωρημένη, ἤδη, ἡλικία γιὰ τέτοια πράγματα), εἶπα νὰ “συνδεθῶ” στὸ facebook μὲ ἄλλους ἐπίσης ἐπίδοξους καὶ μὴ ποιητές, τοὺς ὁποίους μπορεῖ νὰ μὴν γνώριζα προσωπικά, βαυκαλιζόμουν ὅμως ὅτι μᾶς ἕνωνε τρόπον τινὰ τὸ κοινό μας ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν ποίηση καὶ τὴ λογοτεχνία. Μοῦ πῆρε χρόνια ὥσπου νὰ καταλάβω πὼς στὶς περισσότερες περιπτώσεις δὲν ὑπῆρχε τὸ κοινὸ αὐτὸ ἐνδιαφέρον καὶ νὰ τερματίσω τὴν εἰκονικὴ αὐτὴ φιλία, ἀλλὰ τὸν πρῶτο καιρὸ ἔστελνα αἰτήματα φιλίας ἀδιακρίτως, καὶ καθὼς αὐξανόταν ὁ ἀριθμὸς τῶν λογοτεχνικῶν μου εἰκονικῶν φίλων, ἄρχισα νὰ λαμβάνω καὶ ἐγὼ τέτοια αἰτήματα ἀπὸ λογοτεχνίζοντες ἀγνώστους, οἱ ὁποῖοι φαντάζομαι ὑπέθεταν πὼς ἀφοῦ ἔχω τόσους λογοτεχνικοὺς φίλους, θὰ εἶμαι κι ἐγὼ λογοτέχνης!

 

Ἀπὸ τὶς πολλὲς εὐτράπελες περιπτώσεις τέτοιων λογοτεχνικῶν εἰκονικῶν φίλων, ἐκείνη ποὺ μοῦ ἔκανε τὴ μεγαλύτερη ἐντύπωση ἦταν ἑνὸς σχετικῶς ἐπιφανοῦς συνομηλίκου μου, περὶ τοῦ ὁποίου τότε γνώριζα μόνον ὅτι εἶχε γράψει ἕνα δυὸ ποιητικὰ βιβλία μικρῆς ἐκτάσεως. Λέω, ὅμως, ὅτι ἦταν (σχετικῶς) ἐπιφανής, διότι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δημοσίευε κριτικὲς καὶ κείμενα περὶ τῆς ποίησης σὲ διάφορα ἔντυπα, συμπεριλαμβανομένων καὶ τῶν πιὸ ἔγκριτων, συμμετεῖχε σὲ πολλὲς ποιητικὲς ἐκδηλώσεις καὶ παρουσιάσεις, καὶ συχνὰ ἀντάλλαζε δημόσιες φιλοφρονήσεις μὲ διάσημους ποιητὲς καὶ ποιήτριες ποὺ προφανῶς γνώριζε προσωπικά.

 

Ὁμολογῶ ὅτι, καθὼς παρὰ τὴν ἡλικία μου ἤμουν ἀκόμη κάπως ἀθῶος, δηλαδὴ ἀφελής, περὶ τὰ λογοτεχνικά, χάρηκα ὅταν ὁ ἐν λόγῳ συνομήλικος, ἀλλὰ κατὰ τὰ ἀπατηλὰ φαινόμενα καθιερωμένος, ποιητὴς μοῦ ἔστειλε “αἴτημα φιλίας” στὸ facebook. Σκέφτηκα ὅτι ἀποτελοῦσε τὸ αἴτημα αὐτὸ ἕνα εἶδος ἀναγνώρισης ὅτι κι ἐγὼ μποροῦσα πλέον νὰ προσμετρηθῶ στὸ σινάφι, ὅτι κι ἐγὼ θὰ μποροῦσα ἴσως νὰ ἐμφανίζομαι ἔστω ὡς guest σὲ ποιητικὲς ἐκδηλώσεις, νὰ ἀρθρογραφῶ στὰ σοβαρὰ ἔντυπα, νὰ συνομιλῶ περὶ τέχνης καὶ περὶ ἠθικῆς μὲ τοὺς ἐπιφανεῖς ποιητὲς ὄχι μόνο προηγούμενων, ἀλλά, δεδομένης τῆς καθυστερημένης εἰσόδου μου στὴ λογοτεχνικὴ σκηνή, καὶ ἑπόμενων γενεῶν!

 

Ἀποδέχθηκα, φυσικά, ἀσμένως τὸ “αἴτημα φιλίας” τοῦ ὁμηλίκου ἐπιφανοῦς, ἔριξα μιὰ γρήγορη ματιὰ στὸ προφίλ του, καὶ βγῆκα γιὰ ποτά, μὲ τὴν πρόθεση ὅταν ἐπιστρέψω, ἂν δὲν ἤμουν μεθυσμένος, ἢ τὴν ἑπόμενη μέρα, ἂν ἤμουν, νὰ περιδιαβάσω πιὸ προσεκτικὰ τὶς ἀναρτήσεις του καὶ νὰ καταθέσω τὰ ἀναγκαῖα λάικ.

 

Τὴν ἑπόμενη μέρα, ἀργὰ τὸ ἀπόγευμα, ὅταν ἐπέστρεψα ἐπιτέλους ἀπὸ τὴ βιοποριστική μου ἐργασία, μπῆκα στὸ facebook γιὰ νὰ ἐπιθεωρήσω καὶ νὰ θαυμάσω τὶς ἀναρτήσεις τοῦ νέου μου εἰκονικοῦ φίλου. Ἀλλὰ δὲν τὰ κατάφερα: ὁ ἐπιφανὴς ὁμήλικος μὲ εἶχε, κιόλας (ὀρθῶς πράττων, ἀντιλαμβάνομαι ἐκ τῶν ὑστέρων), διαγράψει.  Μοῦ φάνηκε δυσεξήγητη ἡ πράξη του: ἀφοῦ αὐτὸς ὁ ἴδιος εἶχε ἐπιδιώξει τὴν εἰκονικὴ αὐτὴ φιλία, καὶ ἐγὼ ἀμέσως τὴν εἶχα ἀποδεχθεῖ, τί θὰ μποροῦσε νὰ εἶχε συμβεῖ μέσα σὲ λιγότερο ἀπὸ μία μέρα, ποὺ νὰ τὸν ὁδηγήσει στὴ διαγραφή μου; Ἀκόμη μεγαλύτερη ἀπορία μοῦ προξένησε τὸ γεγονὸς ὅτι ὅταν μετὰ λίγους μῆνες συνάντησα καὶ διὰ ζώσης τὸν ἄνθρωπο αὐτό, σὲ ποιητικὴ ἐκδήλωση βεβαίως (ποῦ ἀλλοῦ;), παρατήρησα ὅτι ἀπέφευγε ὄχι μόνον νὰ μὲ χαιρετήσει, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ νὰ μὲ κοιτάξει.

 

Μὲ ἀπασχόλησε ἀρκετὰ τὸ θέμα καὶ ἀναρωτήθηκα πολλὲς φορὲς ἔκτοτε τί μπορεῖ νὰ ἐνόχλησε τόσο τὸν ἐν λόγῳ ποιητὴ στὴν διαδικτυακή μου παρουσία, καθὼς μόνον αὐτὴν γνώριζε. Ἐξέτασα λοιπὸν μὲ τὰ μάτια ἑνὸς ἀνθρώπου τῆς ποιήσεως τὴν παρουσία μου στὸ διαδίκτυο. Καὶ εἶδα ὅτι ἐλάχιστες ἦσαν οἱ ἀναρτήσεις μου οἱ σχετικὲς μὲ τὴν ποίηση. Ἀντίθετα, συχνὰ ἀναρτοῦσα φωτογραφίες ὡραίων, μερικὲς φορὲς ἡμίγυμνων ἀνδρῶν, καὶ εὐθέως ὁμοερωτικὰ κείμενα προσωπικοῦ ἢ οἰονεὶ προσωπικοῦ περιεχομένου, τόσο στὸ facebook ὅσο καὶ στὴν προσωπική μου σελίδα. Ἡ διαδικτυακή μου εἰκόνα δὲν ἦταν ἐπαρκῶς “ποιητική”.

 

Κατέληξα λοιπὸν ὅτι αὐτὸ ἐνόχλησε τὸν ἄνθρωπο τῆς ποιήσεως: τὸ γεγονὸς ὅτι, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν ἴδιο καὶ τοὺς φίλους του, ἡ διαδικτυακή μου παρουσία δὲν περιοριζόταν σὲ κουβέντες ποιητικὲς ἢ περὶ τῆς ποιήσεως, δὲν διέθετα, δηλαδή, τὸ σχεδὸν αὐτονόητο γιὰ τοὺς κύκλους τῶν ποιητῶν στὰ μέσα κοινωνικῆς δικτύωσης ἀποστειρωμένο προφὶλ – βιτρίνα λογοτεχνικῶν ἐπιτευγμάτων καὶ φιλοδοξιῶν. Καὶ μάλιστα, χωρὶς ἀναστολές, ἀνέβαζα καὶ σχολίαζα περιεχόμενο σαφῶς ὁμοερωτικό, ὄχι ἀπαραιτήτως πορνογραφικῆς προθέσεως, ἀλλὰ πάντως οὔτε ψευδοπλατωνικό. Ἐπιπροσθέτως, στοὺς εἰκονικούς μου φίλους περιλαμβάνονταν καὶ ἀρκετοὶ (πού, ὄχι τυχαῖα, ἦσαν φίλοι καὶ στὴν πραγματικὴ ζωὴ) οἱ ὁποῖοι δὲν εἶχαν καμμιὰ σχέση μὲ τὴν ποίηση καὶ τὴ λογοτεχνία, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ ἦσαν ἁπλῶς εὐειδεῖς!

 

Θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ φαντασθεῖ ὅτι ὁ ἐν λόγῳ μεσόκοπος ποιητὴς εἶναι μᾶλλον συντηρητικῶν ἀντιλήψεων ἢ ἀκόμη ὅτι πρόκειται γιὰ ὁμοφοβικὸ ἑτεροφυλόφιλο. Ἀλλὰ ὄχι, δὲν εἶναι τόσο ἁπλὰ τὰ πράγματα, δεδομένου ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶναι ὁμοφυλόφιλος, καὶ μάλιστα ὄχι μόνο δὲν τὸ κρύβει, ἀλλὰ προσφάτως τὸ διαφημίζει καὶ τὸ ἀξιοποιεῖ, εὐνοούμενος συχνὰ καὶ ἀπὸ τὸν νεοαφιχθέντα ἐσμὸ τῶν κουὴρ διανοητῶν καὶ δημιουργῶν ποὺ κινοῦνται στὶς παρυφὲς τῆς ἐξουσίας. Στὴν ποίησή του, ὅμως, καὶ στὴν παρουσία του στὴ λογοτεχνικὴ σκηνή, ἀποφεύγει συστηματικὰ τὶς κακοτοπιὲς στὶς ὁποῖες θὰ μποροῦσε νὰ τὸν ὁδηγήσει ἡ ὁμοερωτικὴ ἔκφραση. Καὶ μιὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς κακοτοπιὲς εἶναι, προφανῶς, καὶ ἡ εἰκονικὴ φιλία μὲ ἀνθρώπους ποὺ ἐκφράζονται ὁμοερωτικὰ χωρὶς τὸ ἄλλοθι τῆς θεωρίας, τῆς ἀνάλυσης, τῆς παράστασης, ἢ τῆς πανεπιστημιακῆς αὐθεντίας.

 

Ὅπως μοῦ εἶπε καὶ κάποιος παλαιὸς φίλος ποὺ ξέρει καλὰ τὰ τοῦ ποιητικοῦ μάρκετινγκ, ἡ δική μου ποίηση, γιὰ παράδειγμα, θεωρεῖται στοὺς κύκλους αὐτοὺς gay ποίηση, ὄχι βεβαίως μὲ τὴν προφανέστατη ἔννοια ὅτι ὅταν ἀναφέρεται σὲ ἀντικείμενο ἐρωτικοῦ πόθου αὐτὸ εἶναι ὁμόφυλο, ἀλλὰ μὲ τὴν ἔννοια μᾶλλον μιᾶς ποίησης δεύτερης (ἢ τρίτης ἢ τέταρτης) διαλογῆς, ἕνα εἶδος παραλογοτεχνικῆς παραγωγῆς εἰδικοῦ ἐνδιαφέροντος, στὴν ὁποία δὲν ἀναγνωρίζεται δικαίωμα ἔνταξης στὸν κατεξοχὴν λογοτεχνικὸ χῶρο. Μὲ ἄλλα λόγια, φαίνεται πὼς οἱ εὐήθεις αὐτοὶ ποιηματογράφοι καὶ ποιηματολόγοι ἔχουν θέσει συγκεκριμένες θεματολογικὲς προϋποθέσεις γιὰ τὴν ποιητικὴ παραγωγὴ ποὺ θεωροῦν ἀποδεκτὴ στὸ ἐγχώριο λογοτεχνικὸ πεδίο, τοῦ ὁποίου σαφῶς λειτουργοῦν ὡς κλειδοκράτορες˙ καὶ οἱ προϋποθέσεις αὐτὲς ἀποκλείουν ἐκ τῶν προτέρων τὸν ἐξόφθαλμο (ἔτσι φαντάζομαι θὰ τὸν περιέγραφαν) ὁμοερωτισμό.

 

Τὸ κωμικοτραγικὸ εἶναι πὼς οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ὄχι μόνο δὲν αὐτοπροσδιορίζονται ὡς ὁμοφοβικοί, ἀλλὰ κάποιοι εἶναι καὶ οἱ ἴδιοι ὁμοφυλόφιλοι, ἐνῶ κάποιοι ἄλλοι δὲν διστάζουν νὰ ἀρθρώνουν καὶ θεωρητικὸ λόγο μὲ ἀναφορὲς στὴν κουὴρ θεωρία ἢ ἀκόμη καὶ νὰ συμμετέχουν σὲ φιλομοφυλοφιλικὲς “ἀκτιβιστικὲς” δράσεις, κάτω ἀπὸ τὴν ὑγιὴ αἰγίδα, πάντως, συνήθως, κάποιας θεσμικὰ ἐξαγνισμένης μὴ κυβερνητικῆς ὀργάνωσης ἢ κάποιου ἱδρύματος πολιτισμοῦ. Ἀκόμη πιὸ κωμικοτραγικὴ εἶναι ἡ στάση τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν “τῆς ποιήσεως” ἀπέναντι σὲ ἀναγνωρισμένους πλέον ὁμοφυλόφιλους ποιητὲς τοῦ παρελθόντος, οἱ ὁποῖοι δὲν μάσησαν τοὺς στίχους τους σχετικὰ μὲ τὸ φύλο τοῦ ἀντικειμένου τοῦ πόθου, τοὺς ὁποίους ὅμως δὲν γίνεται πιὰ νὰ ἐξορίσουν στὸ λογοτεχνικὸ περιθώριο ποὺ ὀνομάζουν gay ποίηση˙ οἱ συνήθως περισπούδαστες ἀναφορὲς τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν στοὺς ἐν λόγῳ ποιητὲς δὲν μποροῦν καὶ δὲν καταφέρνουν νὰ κρύψουν τὴν κυρίαρχη ἀντίληψη, ἡ ὁποία θὰ μποροῦσε νὰ συνοψισθεῖ ὡς ἑξῆς: καίτοι ὀ Sandro Penna, γιὰ παράδειγμα, ἔγραφε ποιήματα γιὰ τὰ ἀγοράκια ποὺ ποθοῦσε καὶ ποὺ γαμοῦσε, κατάφερε νὰ γράψει σπουδαῖα ποιήματα, τὰ ὁποῖα ὑπερβαίνουν τὰ στενὰ ὅρια τοῦ ὁμοερωτικοῦ ἐνδιαφέροντος. Τέτοιες ἐκφράσεις ἐμφανίζονται στὸν λόγο τῶν κλειδοκρατόρων πολὺ συχνότερα ἀπὸ ὅσο θὰ ἐπέτρεπε ἡ ἔστω ἐπιφανειακὴ ἐπαφή τους μὲ τὴν κουὴρ θεωρία, καὶ προδίδουν τόσο τὴ βαθύτατα ἀντιδραστικὴ ἀντίληψή τους γιὰ τὴν ποίηση, ὅσο ἐντέλει καὶ τὴν εὐήθειά τους.

 

Ἐνῶ λοιπὸν μπορεῖ νὰ πιστεύουμε οἱ περισσότεροι (ἀκόμη καὶ κάποιοι ἀπὸ τοὺς κλειδοκράτορες) ὅτι εἶναι ἐντελῶς παρωχημένες τέτοιου εἴδους συζήτησεις περὶ ἐρωτικοῦ προσανατολισμοῦ, ἡ πραγματικότητα μᾶς διαψεύδει. Τὰ ἐρωτικὰ ποιήματα τὰ ὁποῖα κατακτοῦν περίοπτη θέση στὸ ἐγχώριο λογοτεχνικὸ πεδίο εἶναι σχεδὸν ὅλα ποιήματα προφανῶς (ἂν καὶ ὄχι ἀπαραιτήτως ἀληθῶς) ἑτεροφυλοφιλικοῦ ἐρωτισμοῦ, καὶ μάλιστα ἀποστειρωμένου, εὐπρεπισμένου ἐρωτισμοῦ  – ἀκόμη καὶ ὅταν ἔχουν γραφτεῖ ἀπὸ ὁμοφυλόφιλους ποιητὲς καὶ ποιήτριες. Οἱ δὲ ὁμοφυλόφιλοι ποιητὲς καὶ ποιήτριες λειτουργοῦν στὴ βάση τοῦ παληοῦ, χυδαίου “δὲν ἐνδιαφέρει τοὺς ἄλλους τί κάνει ὁ καθένας στὸ κρεββάτι του” καὶ συστηματικὰ κρύβονται ἢ ψεύδονται τόσο στὴν δημόσια παρουσία τους ὅσο καὶ στὴν ποίησή τους, προκειμένου νὰ μὴν ἀποκλεισθοῦν.

 

Μπορεῖ νὰ διαβάζουμε ὅλο καὶ συχνότερα κείμενα ἐπιδεικτικῆς ἐμβρίθειας στὰ ὁποῖα ἀναλύεται ἡ ποιητικὴ τοῦ δείνα ἢ τῆς τάδε μὲ ὄρους τῆς κουὴρ θεωρίας, ἀλλὰ κανεὶς ἀπὸ τοὺς θεωρούμενους σοβαροὺς ἐκδοτικοὺς οἴκους δὲν θὰ ἐξέδιδε ἀνάμεσα στὰ βιβλία ποίησης τὰ ὁποῖα προωθεῖ, ἀκόμη κι ἂν πληρωνόταν, ποιητικὸ βιβλίο πρωτοεμφανιζόμενου μὲ περιεχόμενο σὰν αὐτὸ τοῦ Physical, τοῦ νέου ποιητῆ Andrew McMillan ποὺ κέρδισε πέρυσι τὸ βραβεῖο πρωτοεμφανιζόμενου τῆς Guardian. Καὶ ἀκόμη κι ἂν τὸ ἐξέδιδαν, σίγουρα δὲν θὰ δέχονταν νὰ τὸ τυπώσουν μὲ ἐξώφυλλο ἕνα γυμνὸ ἀντρικὸ σῶμα, συμπεριλαμβανομένου τοῦ γυμνοῦ κώλου, ὅπως ἔκανε ὁ οἶκος Jonathan Cape γιὰ τὸ βιβλίο τοῦ Andrew McMillan. Φυσικά, εἰδικὰ μετὰ τὴ βράβευση, τὸ βιβλίο τοῦ McMillan μπορεῖ κάλλιστα νὰ παρουσιασθεῖ στὴν Καθημερινὴ ἢ στὴν Νέα Ἑστία, ἀλλὰ γιὰ βιβλία Ἑλλήνων ποιητῶν μὲ ἀντίστοιχη θεματολογία, ὅταν καὶ ἂν καταφέρνουν νὰ (αὐτο)εκδοθοῦν, λόγος γίνεται μόνο, ἂν γίνει, ἐκτὸς τοῦ λογοτεχνικοῦ πεδίου, καθὼς τὸ τελευταῖο ἐξακολουθεῖ νὰ λειτουργεῖ μὲ ὅρους μικροαστικῆς εὐπρέπειας τοῦ περασμένου αἰώνα.

 

 

[πρωτοδημοσιεύθηκε στὴ bibliothèque]

Σχόλια

Συμπληρῶστε κατωτέρω τὰ στοιχεῖα σας ἢ πατῆστε σὲ ἕνα εἰκονίδιο γιὰ νὰ συνδεθῆτε.

Λογότυπος τοῦ WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιῶντας τὸν λογαριασμό σας στὸ WordPress.com. Ἀποσυνδεθῆτε /  Ἀλλαγή )

Εἰκόνα Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιῶντας τὸν λογαριασμό σας στὸ Twitter. Ἀποσυνδεθῆτε /  Ἀλλαγή )

Φωτογραφία στὸ Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιῶντας τὸν λογαριασμό σας στὸ Facebook. Ἀποσυνδεθῆτε /  Ἀλλαγή )

Σύνδεση μὲ τὸ %s σὲ ἐξέλιξη...

Αὐτὸς ὁ ἱστότοπος χρησιμοποιεῖ τὸ Akismet γιὰ νὰ μειώσει τὰ ἀνεπιθύμητα μηνύματα. Μάθετε τί συμβαίνει μὲ τὰ δεδομένα τῶν σχολίων σας.