Ἕνα ἀπὸ τὰ προβλήματα τῆς σύγχρονης νεοελληνικῆς ποίησης εἶναι ἡ προθυμία πολλῶν ποιητῶν νὰ διδαχθοῦν ἀπὸ αὐτὸ ποὺ νομίζουν ὅτι ἀποτελεῖ τὴν παγκόσμια ποιητικὴ παραγωγή. Καὶ ἡ προθυμία αὐτὴ δὲν εἶναι βέβαια προβληματικὴ ἀπὸ μόνη της, δημιουργεῖ ὅμως σοβαρὰ προβλήματα ὅταν οἱ ποιητὲς δὲν εἶναι πραγματικὰ σὲ θέση νὰ διαβάσουν τὴν παγκόσμια ποιητικὴ παραγωγὴ λόγῳ πλημμελοῦς γνώσης ξένων γλωσσῶν καὶ λόγῳ μιᾶς ἰδιαίτερα διαδεδομένης ἀνάμεσα στοὺς ποιητὲς ἀλαζονείας ποὺ δὲν τοὺς ἐπιτρέπει κἂν νὰ ὑποψιασθοῦν ὅτι ἡ ἀνάγνωσή τους τῆς παγκόσμιας ποίησης μπορεῖ νὰ εἶναι πλημμελὴς λόγῳ ἄγνοιας.
Διαβάζοντας μεταφράσεις ποίησης καμωμένες ἀπὸ νεοέλληνες ποιητές, συχνὰ διαπιστώνω πὼς οἱ μεταφραστὲς ἔχουν τόσο ἀνεπαρκὴ γνώση τῆς γλώσσας ἀπὸ τὴν ὁποία μεταφράζουν ὥστε ἡ κατανόησή τους τῶν πρὸς μετάφραση ποιημάτων εἶναι τὸ λιγότερο ἐλλιπής, μὲ συχνὰ κωμικοτραγικὲς παραναγνώσεις. Τὸ χειρότερο, ὅμως, εἶναι ὅτι δὲν τοὺς φαίνονται περίεργες οἱ συχνὲς ἀσυνέπειες καὶ ἀσυναρτησίες ποὺ προκύπτουν στὰ μεταφράσματά τους, ἀλλὰ φαντάζονται ὅτι οἱ ἐν λόγῳ ἀσυναρτησίες καὶ ἀσυνέπειες ἀποτελοῦν στοιχεῖα τῆς ποίησης τοῦ πρωτοτύπου. Φυσικά, παίρνουν ἔτσι καὶ ἄλλους στὸ λαιμό τους, τοὺς ἀναγνῶστες τῶν ἐν λόγῳ μεταφρασμάτων, οἱ ὁποῖοι, δεδομένης τῆς ὀμερτὰ τῶν κριτικῶν, βασίμως ὑποθέτουν ὅτι οἱ ἀσυναρτησίες, οἱ ὑφολογικὲς ἀκροβασίες, οἱ ἀκατανόητες φράσεις, οἱ ἀσαφεῖς εἰκόνες καὶ τὰ ἀλλοπρόσαλλα σχήματα λόγου ἀποτελοῦν στοιχεῖα τοῦ πρωτοτύπου καὶ ὄχι ἀποτυχίες τῶν μεταφραστῶν. Ἐν συνεχείᾳ, τόσο οἱ μακάριοι μεταφραστὲς ὅσο καὶ κάποιοι ἀφελεῖς ἀναγνῶστες ποὺ γράφουν καὶ οἱ ἴδιοι ποιήματα ἀναπαράγουν παρόμοιες ἀσυνέπειες καὶ ἀσυναρτησίες στὴ δική τους ποίηση, πιστεύοντας μάλιστα ὅτι αὐτὲς ἀποτελοῦν ἔμμεσες ἀναφορὲς στὴν ξενόγλωσση ποίηση καὶ ἀκκιζόμενοι σὲ κείμενά τους καὶ συζητήσεις περὶ τῆς ποιήσεως ὅτι αὐτοὶ ἔχουν ἀφομοιώσει τὰ διδάγματα, ξερωγώ, τῆς Κάρσον καὶ τῆς Ἄρμαντραουτ, ἐνῶ οἱ ἐπικριτές τους, τοὺς ὁποίους θεωροῦν ἐπαρχιῶτες τῆς ποιητικῆς ψωροκώσταινας, ἁπλῶς τόσο ξέρουν τόσο λένε, διότι δὲν ἔχουν ἰδέα, οἱ ἀδαεῖς, τί πρόοδο ἔχει κάνει ἡ ποίηση ἀλλοῦ, δηλαδὴ στὴν κακοχωνεμένη καὶ κακομεταφρασμένη Ἑσπερία.
Σὰν δεῖγμα τῆς μεταφραστικῆς ἀποτυχίας καὶ τῆς ψευδοποιητικῆς οἴησης στὴν ὁποία ἀναφέρομαι, θὰ ἤθελα νὰ ἐξετάσω ἕνα ποίημα ἀπὸ τὴ μετάφραση τοῦ ἀποκατεστημένου Ἄριελ τῆς Σύλβιας Πλάθ, ποὺ ἐξέδωσαν ἠ Ἑλένη καὶ ἡ Κατερίνα Ἡλιοπούλου ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Μελάνι τὸν Νοέμβριο τοῦ 2012. Γιὰ τὴν ἔκδοση αὐτὴ ἔχουν γραφτεῖ ἤδη ἀρκετά, καὶ αὐτὰ ποὺ ἔχουν γραφτεῖ ἀναφέρονται κυρίως στὸ μεγαλεῖο τῆς ποίησης τῆς Πλὰθ καὶ ἐλάχιστα στὴ μετάφραση, ἡ ὁποία, ὑπονοεῖται (ὅταν δὲν δηλώνεται ἀπερίφραστα) ὅτι εἶναι ἐπιτυχημένη. Δὲν ἔχει πέσει στὰ νύχια μου, ὡστόσο, καμμιὰ κριτικὴ ἢ ἔστω παρουσίαση τοῦ ἐν λόγῳ βιβλίου ποὺ νὰ ἐπικεντρώνεται, ὅπως πιστεύω θὰ ὤφειλε, στὴν ποιότητα καὶ τὴν ἀποτελεσματικότητα τῆς μετάφρασης τῶν ἀδελφῶν Ἡλιοπούλου. Μπορεῖ ὅσοι ἔγραψαν γιὰ τὸ βιβλίο νὰ ἦσαν ἁπλῶς εὐγενεῖς καὶ γι᾽ αὐτὸ νὰ ἀπέφυγαν τὸν σχολιασμὸ τῆς μετάφρασης˙ μπορεῖ, ὅμως, καὶ νὰ θεωροῦνται ψιλὰ γράμματα ὅλα αὐτὰ καὶ σημασία γι᾽ αὐτοὺς νὰ ἔχει μόνο τὸ ἴδιο τὸ γεγονὸς τῆς ἔκδοσης, σὲ ὁποιαδήποτε μετάφραση, τοῦ ἀποκατεστημένου Ἄριελ.
Ἐπέλεξα νὰ ἐξετάσω ἐδῶ ἕνα μόνο ποίημα, ἐπειδὴ θεωρῶ δίκαιο νὰ ἐξετασθεῖ ἡ συνολικὴ λειτουργία τοῦ ποιήματος καὶ ὄχι μεμονωμένες λέξεις, φράσεις ἢ στίχοι. Καὶ διάλεξα ἕνα ποίημα σχετικὰ περιορισμένης ἔκτασης, δεκαοκτὼ στίχων, στὸ ὁποῖο νομίζω ὅτι δειγματίζονται τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ μεταφραστικὰ προβλήματα τοῦ βιβλίου τῶν ἀδελφῶν Ἡλιοπούλου. Ἂς διαβάσουμε, λοιπόν, τὴ μετάφραση τοῦ ποίηματος You’re, ὅπως ἐμφανίζεται στὴ σελίδα 110 τῆς ἔκδοσης:
ΕΙΣΑΙ
Σαν κλόουν ολόχαρος, στηριγμένος στα χέρια σου.
Πόδια στ᾽ αστέρια, φεγγαροκέφαλος,
με βράγχια σαν ψάρι. Θρίαμβος της κοινής λογικής
ενάντια στη χαζομάρα του ντόντο.
Τυλιγμένος στον εαυτό σου σαν καρούλι,
αγρεύεις το σκοτάδι σου όπως οι κουκουβάγιες.
Μουγγός σαν γογγύλι από την 4η Ιουλίου ως την Πρωταπριλιά,
ω εσύ ανερχόμενε, καρβελάκι μου.
Ασαφής σαν ομίχλη και πολυαναμενόμενος σαν γράμμα.
Από την Αυστραλία κι ακόμη πιο μακριά.
Σκυμμένος Άτλας, πολυταξιδεμένη μας γαρίδα.
Στη φωλίτσα σου ζεστός σαν μπουμπούκι και βολεμένος
σαν γαύρος παστός μέσα στο βάζο.
Ένα καλάθι χέλια, όλο κυματισμούς
χοροπηδηχτός σαν μεξικάνικο φασόλι.
Σωστός, σαν επιτυχημένο άθροισμα.
Ένα λευκό μητρώο, με το δικό σου πρόσωπο.
Παρατηρῶ ὅτι σὲ γενικὲς γραμμές, ἡ μετάφραση εἶναι πιστή. Εἶναι προφανὲς ὅτι ἔχουν ἐπιλέξει νὰ μεταφράσουν στίχο στίχο, μὲ ὅση ἀκρίβεια μποροῦν, ἀποδίδοντας κάθε λέξη, μὲ λιγότερη ἢ περισσότερη ἐπιτυχία. Παρατηρῶ, ὅμως, ἐπίσης, ὅτι ὅταν οἱ μεταφράστριες δυσκολεύονται, ὅταν δηλαδὴ δὲν κατανοοῦν, δὲν διστάζουν νὰ ἀποδώσουν μὲ ἀρκετὰ μεγάλη ἐλευθερία αὐτὸ ποὺ φαντάζονται ὅτι λέει ἡ φράση.
Στὸ “Εἶσαι” μερικὲς ἀπὸ τὶς δυσκολίες κατανόησης ποὺ φαίνεται ὅτι προέκυψαν ἐντοπίζονται στὰ ἑξῆς σημεῖα:
- Στὸν δεύτερο στίχο, ὅπου τὰ πόδια στὰ ἀστέρια μᾶς κάνουν νὰ φανταζόμαστε ἕναν γαλαξιακῶν διαστάσεων γίγαντα, ἐνῶ τὸ to the stars τοῦ πρωτοτύπου ὑποδηλώνει ἁπλῶς τὴ στάση τοῦ σώματος, μὲ τὰ χέρια κάτω καὶ τὰ πόδια νὰ κοιτάζουν τὰ ἀστέρια.
- Στὸν τρίτο καὶ τέταρτο στίχο, ὅπου ἡ ἀκατανόητη φράση περὶ τοῦ θριάμβου τῆς κοινῆς λογικῆς καὶ τῆς χαζομάρας τοῦ ντόντο ἀποδίδει τὸ a common-sense /Thumbs-down on the dodo’s mode. Δὲν γνωρίζω ποῦ εἶδαν τὸν θρίαμβο τῆς κοινῆς λογικῆς καὶ τὴν χαζομάρα οἱ μεταφράστριες, ὑποψιάζομαι ὅμως ὅτι μᾶλλον δὲν ἔχουν ἀντιληφθεῖ τὸ συγκείμενο τοῦ ποιήματος.
- Στὸν ἕβδομο στίχο, ὅπου οἱ μεταφράστριες μᾶλλον θεώρησαν παράδοξο νὰ ψαρεύει μιὰ κουκουβάγια καὶ ἐπέλεξαν νὰ ἀποδώσουν τὸ trawl μὲ τὸ εὐπρεπὲς καὶ ἀσαφὲς ἀγρεύω˙ καὶ πάλι, φαίνεται πὼς δὲν ἔχουν ἀντιληφθεῖ γιὰ ποιό λόγο θὰ ἔπρεπε τὸ πλάσμα αὐτὸ νὰ ψαρεύει καὶ ὄχι, βεβαίως, νὰ ἀγρεύει!
- Στὸν ἑνδέκατο στίχο, ὅπου οἱ μεταφράστριες ὰποφάσισαν ὅτι τὸ γράμμα τοῦ δέκατου στίχου προέρχεται ἀπὸ τὴν Αὐστραλία, καὶ ὄχι ὅτι τὸ πρόσωπο στὸ ὁποῖο τὸ ποίημα ἀπευθύνεται βρίσκεται ἀκόμη πολὺ μακρυά.
- Στὸν δωδέκατο στίχο, ὅπου οἱ μεταφράστριες δὲν ἦσαν σίγουρες σὲ τί ἢ σὲ ποιόν ἀναφερόταν τὸ Atlas στὸ πρωτότυπο, καὶ ἀποφάσισαν νὰ τὸν ἀφήσουν ἔτσι ἀσαφὴ καὶ χωρὶς ἄρθρο (γενικῶς μὲ τὰ ἄρθρα δὲν φαίνεται νὰ τὰ πηγαίνουν πολὺ καλά), προφανῶς μὴ ἀντιλαμβανόμενες ὅτι ἐδῶ πρόκειται γιὰ τὸν μυθικὸ Ἄτλαντα.
- Στὸν δέκατο ὄγδοο στίχο, ὅπου οἱ μεταφράστριες ἐπέλεξαν νὰ ἀποδώσουν τὸ clean slate μὲ γραφειοκρατικὴ γλώσσα καὶ νὰ μιλήσουν γιὰ λευκὸ μητρῶο.
Στὴν πραγματικότητα, τὰ λάθη αὐτὰ δὲν θὰ εἶχαν ἰδιαίτερη σημασία καὶ οἱ δασκαλίστικες ἐπισημάνσεις μου θὰ ἦσαν ἁπλῶς ἀνόητα σχολαστικές, ἐὰν παρὰ τὶς μικρὲς αὐτὲς “ἀπιστίες”, ἔβγαινε κάποιο νόημα. Τὸ πρόβλημα, ὅμως, εἶναι ὅτι νόημα δὲν βγαίνει. Καί, τὸ χειρότερο, ἐξαιτίας αὐτῶν τῶν λαθῶν καθὼς καὶ κάποιων ἄστοχων, τὸ λιγότερο, ὑφολογικῶν ἐπιλογῶν, εἶναι ἀδύνατο νὰ δεῖ ὁ ἀναγνώστης πῶς συνδέονται ὅλα αὐτὰ καὶ σὲ ποιόν ἢ σὲ τί, τέλος πάντων, ἀπευθύνεται τὸ ποίημα˙ ἄν, ὅμως, διαβάσει κανεὶς τὸ πρωτότυπο, τὰ πράγματα ξεκαθαρίζουν, τὸ νόημα τοῦ ποιήματος ἀποκαθίσταται καὶ ἡ μετάφραση ἀποκαλύπτεται ἀκόμη πιὸ ἀποτυχημένη.
Διότι τὸ ποίημα ἀπευθύνεται σὲ ἕνα ἕμβρυο ποὺ βρίσκεται, προφανῶς, ἀκόμη στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του. Αὐτὸ εἶναι τὸ στοιχεῖο ποὺ δίνει νόημα καὶ συνέπεια στὸν φαινομενικὰ ἀσύνδετο κατάλογο περιγραφῶν ποὺ παρατίθενται στὶς δύο ὄχι τυχαῖα ἐννεάστιχες στροφές. Ἂν ξαναδιαβάσει κανεὶς τὸ ποίημα μὲ αὐτὸ τὸ δεδομένο, ἀντιλαμβάνεται πόσο ταιριαστὲς εἶναι οἱ ἡμερομηνίες στὸν ὄγδοο στίχο, ἀλλὰ καὶ οἱ περιγραφὲς καὶ οἱ μεταφορές, συμπεριλαμβανομένων αὐτῶν ποὺ ἔχουν χαθεῖ ἢ ἀκυρωθεῖ στὴ μετάφραση. Ἀντιλαμβάνεται ἐπίσης κανεὶς καὶ ἄλλα λάθη τῆς μετάφρασης, ὅπως κάποιες ὑφολογικὲς ἐπιλογὲς ποὺ προφανῶς δὲν ταιριάζουν ὅταν ἀπευθύνεται κανεὶς σὲ ἀγέννητο παιδί (ὅπως οἱ λέξεις ἀγρεύεις, ἀνερχόμενε, ἄθροισμα καὶ μητρῶο). Τέλος, παρατηρεῖ κανεὶς καὶ λάθη στὴ σύνταξη: τὸ ὑποκείμενο καὶ τὸ ρῆμα (you’re) ὑπονοεῖται στὴν ἀρχὴ κάθε φράσης καὶ ἐπιβάλλει στὴ μετάφραση νὰ ἀκολουθηθεῖ σύνταξη κατηγορουμένου, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἔχει γίνει προφανῶς ἀντιληπτὸ καὶ δυσχεραίνεται ἀκόμη περισσότερο ἡ ἀνάγνωση τοῦ ποιήματος.
Γι᾽αὐτὸ ἐπιμένω ὅτι πρὶν ἀκόμη ἀνοίξει ἡ συζήτηση γιὰ ζητήματα ὕφους ἢ μουσικότητας, θὰ πρέπει νὰ τεθοῦν ζητήματα πιὸ οὐσιώδη ἀκόμη: προβλήματα στοιχειώδους κατανόησης λέξεων, ἐκφράσεων καὶ συντακτικῶν δομῶν, προβλήματα στοιχειώδους κατανόησης ὕφους καὶ ροῆς τοῦ λόγου. Διότι ὅση ποιητικὴ ἄδεια κι ἂν σοῦ ἐπιδαψιλεύσει ἡ μούσα σου, ὅποια μεταφραστικὴ θεωρία κι ἂν ἐπικαλεσθεῖς, ὅσες ἀνάγκες τοῦ ρυθμοῦ κι ἂν χρησιμοποιήσεις ὡς ἄλλοθι, τὰ λεξιλογικὰ λάθη παραμένουν λάθη, οἱ συντακτικὲς παρανοήσεις παραμένουν παρανοήσεις καὶ ἡ ἀδιαφορία γιὰ τὰ ὑφολογικὰ ἐπίπεδα τῆς γλώσσας παραμένει τραγική. Τὸ χειρότερο, ὅμως, εἶναι ὅτι τὸ μεταφρασμένο ποίημα δὲν βγάζει νόημα, ὅσο ξεκάθαρο κι ἂν εἶναι τὸ πρωτότυπο.
Λάθη σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα μπορεῖ νὰ βρεῖ κανεὶς σὲ σχεδὸν ὅλα τὰ ποιήματα τῆς ἔκδοσης αὐτῆς τοῦ Ἄριελ. Ἐντελῶς ἐνδεικτικά, ὅσο ἀφορᾶ τὸ λεξιλόγιο, state of repair δὲν εἶναι ἡ ἀποκατάσταση (οὔτε ἡ ἐπισκευή, παρεμπιπτόντως), shift δὲν σημαίνει ἐπιδεικνύω, freakish δὲν σημαίνει φρικτός, suck breath (καὶ μάλιστα like mileage) δὲν σημαίνει ἀγκομαχῶ (καὶ μάλιστα σὰν μηχανή!), καὶ κάτι ποὺ περιγράφεται ὡς unasked for μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι εὐπρόσδεκτο, ἀλλὰ σίγουρα δὲν εἶναι ἀπρόσμενο.
Ὡς πρὸς τὴ γραμματικὴ καὶ τὴ σύνταξη, ἂς σημειώσουμε, καὶ πάλι ἐνδεικτικά, ὅτι στὰ ἑλληνικά, τὰ ποιητικὰ αἴτια δὲν εἰσάγονται μὲ γιά, ὁ παρακείμενος δὲν ἐκφράζει ἀόριστο παρελθοντικὸ χρόνο, καὶ τὸ ἀόριστο ἄρθρο τῆς ἀγγλικῆς δὲν μεταφράζεται πάντα (γιὰ τὴν ἀκρίβεια, σπανίως μεταφράζεται) ὡς ἕνας, μιά, ἕνα, ἐνῶ ἀντίθετα τὸ ὁριστικὸ ἄρθρο εἶναι ἀπαραίτητο πρὶν ἀπὸ τὰ κύρια ὀνόματα στὴ γλώσσα μας.
Βεβαίως, θὰ μποροῦσε κανεὶς μὲ θρασύτητα νὰ ἰσχυρισθεῖ ὅτι ἐπιλέγει ἀμφίβολες ἢ σόλοικες μεταφράσεις σὲ κάποιες περιπτώσεις διότι τὸν ἐνδιαφέρει περισσότερο ἡ ἀπόδοση τοῦ ὕφους τοῦ πρωτοτύπου καὶ ὅτι στὸ βωμὸ τοῦ ὕφους ἀναγκάστηκε νὰ θυσιάσει τὴν ὀρθότητα˙ ὅταν, ὅμως, στὴ μετάφρασή του ἐμφανίζεται καὶ τὸ τσιγκέλι ποὺ αἴρει ἄχθος καὶ τὸ ἐπεξεργασμένο χιόνι καὶ ἡ γυμνὴ ὀξείδωση τοῦ κόνδορα, τότε οἱ ἀξιώσεις νὰ χτίσει ὕφος ἔχουν πάει περίπατο πρὸ πολλοῦ.
Τέλος, περιμένει κανείς, ἰδιαίτερα ὅταν μιὰ μετάφραση ποιητικοῦ ἔργου συνοδεύεται ἀπὸ περισπούδαστη εἰσαγωγὴ τοῦ μεταφραστῆ καὶ σημειώσεις, ὅτι κάποιες στοιχειώδεις πραγματολογικὲς ἀναφορὲς εἶναι γνωστὲς στὸν μεταφραστὴ καί, ἂν δὲν ἐπισημαίνονται στὶς σημειώσεις, τοὐλάχιστον ἀποδίδονται μὲ τρόπο ποὺ νὰ δείχνει ὅτι ἔγιναν κατανοητὲς καὶ κυρίως ποὺ νὰ ἐπιτρέπει στὸν ἀναγνώστη νὰ τὶς ἐπισημάνει: δὲν ἔχει ἰδιαίτερο νόημα, ἂς ποῦμε, νὰ ἀναφέρεσαι στὰ “μαντίλια τῆς Ἰσιδώρας”, ὅταν ἡ ἀναφορὰ εἶναι στὴν Ἰσιδώρα Ντάνκαν καὶ στὸν φρικτὸ θάνατό της˙ οὔτε νὰ ἀναφέρεσαι σὲ “ναζιστικὰ” ἀμπαζούρ, ὅταν πρόκειται γιὰ τὰ ἀμπαζοὺρ ἀπὸ ἀνθρώπινο δέρμα θυμάτων τῶν ναζιστικῶν στρατοπέδων συγκέντρωσης.
Ἐὰν δὲν ἐπρόκειτο γιὰ μετάφραση ἑνὸς σημαντικοῦ ἔργου τῆς παγκόσμιας γραμματείας ποὺ συνυπογράφει γνωστὴ ποιήτρια τῆς νεότερης ἑλληνικῆς γραμματείας, ἴσως δὲν θὰ ἄξιζε τὸν κόπο νὰ ἀσχοληθεῖ κανείς. Ἀλλὰ σὲ μιὰ χώρα ὅπου ἀκόμη καὶ καλοὶ ποιητὲς μεταφράζουν προχείρως καὶ πλημμελῶς σπουδαῖα ἔργα τῆς παγκόσμιας ποίησης (ἀρχῆς γενομένης ἀπὸ τὸν ἀείμνηστο Ἀριστοτέλη Νικολαΐδη καὶ τὴ φαιδρὴ μετάφρασή του τῶν Ἁπάντων τοῦ Ἔλιοτ), ὅπου ἔχουμε φθάσει νὰ μεταφράζει ἄλλη ποιήτρια τὸ “a case of dog food” περίπτωση σκυλοτροφῆς, καὶ νὰ θεωρεῖται, παρ᾽ ὅλα αὐτά, σπουδαία μεταφράστρια τῆς Sexton, νομίζω ὅτι θὰ πρέπει ἐπιτέλους νὰ ἀρχίσουν νὰ ἐπισημαίνονται τὰ ὀλισθήματα. Ἂν μή τι ἄλλο, ὤστε νὰ πάψει νὰ διαιωνίζεται ἡ ἐντύπωση ὅτι ἡ μετάφραση τῆς ποίησης εἶναι ἕνας εὔκολος τρόπος νὰ αὐξηθεῖ ἡ ἀνταλλακτικὴ ἀξία τοῦ ποιητῆ – μεταφραστῆ στὸ χρηματιστήριο τοῦ λογοτεχνικοῦ πεδίου. Καὶ κυρίως, ὥστε νὰ σταματήσουν οἱ ἀθῶοι ἀναγνῶστες νὰ πιστεύουν ὅτι ἡ Πλὰθ καὶ ἡ Σέξτον, γιὰ παράδειγμα, ἔγραφαν ἀσυναρτησίες ἢ ὅτι οἱ ἀσυναρτησίες ποὺ πράγματι γράφουν οἱ ὑποτιθέμενοι ἐπίγονοί τους ἐν Ἐλλάδι βαδίζουν στὰ χνάρια σπουδαίων ποιητῶν καὶ ποιητριῶν.
Η αξιολόγηση της μετάφρασης του Νικολαΐδη ως «φαιδρής» είναι εντελώς υποκειμενική, ατεκμηρίωτη και αντίθετη με την εικόνα που έχει το σύνολο του πνευματικού κόσμου. Αλλά και τίποτα από αυτά να μην ήταν είναι άκομψη….
Σᾶς εὐχαριστῶ γιὰ τὸ σχόλιό σας.
Οἱ ἀπόψεις ποὺ ἐκφράζονται ἐδῶ εἶναι, πράγματι, δεδηλωμένα ὑποκειμενικές (δεῖτε καὶ τὴν ταυτότητα τῆς σελίδας). Συχνά, ἐπίσης, δὲν εἶναι κομψὰ διατυπωμένες: δὲν εἶναι πρόθεσή μου οὔτε χαρακτηριστικό μου ἡ κομψότητα.
Ἐπὶ τῆς οὐσίας, ἔχετε δίκηο ὅτι δὲν τεκμηριώνω ἐδῶ τὴν ἄποψή μου γιὰ τὴ μετάφραση τοῦ Νικολαΐδη, καθὼς θέμα μου δὲν ἦταν ἡ μετάφραση αὐτή. Δὲν ἰσχύει, ἐντούτοις, ὅτι τὸ σύνολο τοῦ πνευματικοῦ κόσμου ἔχει θετικὴ ἄποψη γιὰ τὸ μεταφραστικὸ αὐτὸ ἔργο τοῦ Νικολαΐδη (ἂν καί, προσωπικά, δὲν μὲ ἀφορᾶ ἡ ἄποψη τοῦ λεγόμενου πνευματικοῦ κόσμου καὶ σίγουρα δὲν ἐπηρεάζει τὴν προσωπική μου ἀξιολόγηση). Ἂν σᾶς ἐνδιαφέρουν κάποιες τεκμηριωμένες καὶ σοβαρότατες ἀντιρρήσεις γιὰ τὴν ἀξία τῆς μετάφρασης τοῦ Ἔλιοτ ἀπὸ τὸν Νικολαΐδη, σᾶς παραπέμπω, ὡς ἕνας ἐκ τῶν συγγραφέων του, στὸ κείμενο “Τὸ ἀπόλυτο κενὸ τοῦ μεταφραστῆ” ποὺ δημοσιεύθηκε ὅταν πρωτοεκδόθηκε ἡ ἐν λόγῳ μετάφραση στὸν Δεκαπενθήμερο Πολίτη, σὲ δύο συνέχειες, στὰ τεύχη τῆς 3ης καὶ τῆς 10ης Μαΐου 1985.