[ἕξι αὐθαίρετες σημειώσεις ἐμπνευσμένες ἀπὸ τὴ Μιτσίκο Κακουτάνι]

1. Ἡ ζωὴ ἑνὸς λογοτεχνήματος δὲν ξεκινᾶ μὲ τὴ γραφή του, ἀλλὰ μὲ τὴ δημοσιοποίησή του. Ἡ διαπραγμάτευση ἡ ὁποία ἐνδέχεται νὰ καταλήξει στὸν χαρακτηρισμὸ ἑνὸς γραπτοῦ ὡς λογοτεχνήματος ξεκινᾶ μὲ τὴ δημοσιοποίησή του.
2. Ἡ ἐπιτυχὴς ἔκβαση τῆς διαπραγμάτευσης δὲν εἶναι ποτὲ δεδομένη. Ἐξαρτᾶται, δέ, ἀπὸ πλῆθος παραμέτρων οἱ ὁποῖες θεωρεῖται ὅτι συμπεριλαμβάνουν ἀξιολογήσεις τοῦ ἴδιου τοῦ κειμένου, ἀλλὰ ὁπωσδήποτε συμπεριλαμβάνουν καὶ ἄλλες, ἄσχετες μὲ τὸ ἴδιο τὸ κείμενο.
3. Ἡ διαπραγμάτευση γιὰ τὸν χαρακτηρισμὸ ἑνὸς κειμένου ὡς λογοτεχνήματος παρουσιάζει ἐνδιαφέρουσες ὁμοιότητες μὲ τὴ διαπραγμάτευση γιὰ τὸν χαρακτηρισμὸ ἑνὸς κειμένου ὡς εἴδησης.
3.1. Εἴδηση εἶναι ἕνα κείμενο ποὺ διατείνεται ὅτι περιγράφει ἕνα πραγματικὸ γεγονὸς καὶ ποὺ διαδίδεται μέσα ἀπὸ τὰ ἁρμόδια κανάλια ἐπικοινωνίας.
3.2. Λογοτέχνημα εἶναι ἕνα κείμενο ποὺ διατείνεται ὅτι ἔχει αἰσθητικὴ ἀξία καὶ ποὺ διαδίδεται μέσα ἀπὸ τὰ ἁρμόδια κανάλια ἐπικοινωνίας.
3.1.1. Ἐὰν ἐπινοήσω ἕνα γεγονός, τὸ καταγράψω σὲ ἕνα κείμενο, ἀλλὰ δὲν διαδώσω τὸ κείμενο, τὸ κείμενό μου δὲν μπορεῖ νὰ χαρακτηρισθεῖ «εἴδηση». Ἑπομένως, μιὰ πλαστὴ εἴδηση δὲν εἶναι εἴδηση μέχρι νὰ κυκλοφορήσει καὶ νὰ διαδοθεῖ ὡς εἴδηση.
3.2.1. Ὁμοίως, ἕνα πλαστὸ λογοτέχνημα δὲν εἶναι λογοτέχνημα μέχρι νὰ κυκλοφορήσει καὶ νὰ διαδοθεῖ ὡς λογοτέχνημα.
3.1.2. Τὴν εὐθύνη μιᾶς πλαστῆς εἴδησης τὴν ἔχουν ἑπομένως τὰ «ἁρμόδια κανάλια» ἀπὸ τὰ ὁποῖα διαδίδεται καὶ ὄχι ἀπαραιτήτως αὐτὸς ποὺ τὴν ἐπινόησε.
3.2.2. Ὁμοίως, τὴν εὐθύνη ἑνὸς πλαστοῦ λογοτεχνήματος τὴν ἔχουν τὰ «ἁρμόδια κανάλια» ἀπὸ τὰ ὁποῖα διαδίδεται καὶ ὄχι ἀπαραιτήτως αὐτὸς ποὺ τὸ συνέθεσε.
3.3. Οἱ πραγματικὲς εἰδήσεις ἐξ ὁρισμοῦ ἀκυρώνουν τὶς πλαστές, ἐφόσον διαψεύδουν τὰ ἐπινοημένα γεγονότα τὰ ὀποῖα περιγράφουν οἱ πλαστὲς εἰδήσεις. Ἡ πλαστὴ εἴδηση μπορεῖ, ἑπομένως, νὰ ἐπιβιώσει μόνο ἐὰν ἡ διάδοσή της εἶναι ὑπερπολλαπλάσια τῆς διάδοσης τῶν γνήσιων εἰδήσεων.
3.4. Ὁμοίως, τὰ γνήσια λογοτεχνήματα ἀκυρώνουν τὰ πλαστά, ἐφόσον διαψεύδουν τὶς ἀντιλήψεις περὶ αἰσθητικῆς ἀξίας τὶς ὁποῖες ἐνσωματώνουν τὰ πλαστὰ λογοτεχνήματα. Τὸ πλαστὸ λογοτέχνημα μπορεῖ, ἑπομένως, νὰ ἐπιβιώσει, μόνο ἐὰν ἡ διάδοσή του εἶναι ὑπερπολλαπλάσια τῆς διάδοσης τῶν γνήσιων λογοτεχνημάτων.
3.5. Ὁ μηχανισμὸς διάδοσης πλαστῶν εἰδήσεων εἶναι γκαιμπελικός: στόχος τῆς διάδοσης τοῦ πλαστοῦ εἶναι ἡ ἀπαξίωση καὶ ἐν τέλει ὁ ἐκφυλισμὸς τῶν κριτηρίων ποὺ διαχώριζαν τὸ πλαστὸ ἀπὸ τὸ γνήσιο.
3.6. Ὁ μηχανισμὸς διάδοσης πλαστῶν λογοτεχνημάτων εἶναι γκαιμπελικός: στόχος τῆς διάδοσης τοῦ πλαστοῦ εἶναι ἡ ἀπαξίωση καὶ ἐν τέλει ὁ ἐκφυλισμὸς τῶν κριτηρίων ποὺ διαχώριζαν τὸ πλαστὸ ἀπὸ τὸ γνήσιο.
3.5.1. Γιὰ νὰ εἶναι ἀποτελεσματικά, τὰ κανάλια διάδοσης πλαστῶν εἰδήσεων ὀφείλουν νὰ ἀποκλείουν τὶς γνήσιες εἰδήσεις, ὥστε νὰ ἐπιτευχθεῖ ὁ ἐκφυλισμὸς τῶν κριτηρίων τῆς ἀλήθειας. Ἡ ἐπιτυχὴς διάδοση τῶν πλαστῶν εἰδήσεων προϋποθέτει, ἑπομένως, τὸν ἀποκλεισμό, ἢ τοὐλάχιστον τὴν ἀπαξίωση, τῶν γνήσιων εἰδήσεων.
3.6.1. Ὁμοίως, γιὰ νὰ εἶναι ἀποτελεσματικά, τὰ κανάλια διάδοσης πλαστῶν λογοτεχνημάτων ὀφείλουν νὰ ἀποκλείουν τὰ γνήσια λογοτεχνήματα, ὥστε νὰ ἐπιτευχθεῖ ὁ ἐκφυλισμὸς τῶν αἰσθητικῶν κριτηρίων. Ἡ ἐπιτυχὴς διάδοση τῶν πλαστῶν λογοτεχνημάτων προϋποθέτει, ἑπομένως, τὸν ἀποκλεισμό, ἢ τοὐλάχιστον τὴν ἀπαξίωση, τῶν γνήσιων λογοτεχνημάτων.
3.5.2. Τὰ ἁρμόδια κανάλια διάδοσης εἰδήσεων ἔχουν ἀλλάξει δραματικὰ τὰ τελευταῖα εἴκοσι ἔτη: ἡ ἀνάπτυξη τοῦ Web 2.0, καὶ ἰδιαίτερα τοῦ κοινωνικοῦ διαδικτυακοῦ ἱστοῦ, ἔχει ὁδηγήσει σὲ μιὰ κατάσταση ὅπου εἰδήσεις μποροῦν νὰ παραχθοῦν ἀπὸ ὁποιονδήποτε χρήστη τοῦ κοινωνικοῦ ἱστοῦ, νὰ διαδοθοῦν ἀστραπιαῖα, καὶ νὰ γίνουν ἀποδεκτὲς ὡς εἰδήσεις χωρὶς ἡ ἀρχική τους καταγωγὴ νὰ εἶναι ἀνιχνεύσιμη. Παραφράζοντας τὸν McLuhan, θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ πεῖ πὼς ἡ διάδοση εἶναι ἡ εἴδηση. Τὰ παλαιὰ κανάλια (ἐφημερίδες, ραδιοφωνικὰ καὶ τηλεοπτικὰ δίκτυα) ἐξαφανίζονται ἢ μεταλλάσσονται, ἐνσωματώνοντας τὸν κοινωνικὸ ἱστό, ὥστε ὁ ἴδιος ὁ κοινωνικὸς διαδικτυακὸς ἱστὸς νὰ εἶναι ὁ κατεξοχὴν παραγωγὸς καὶ διακινητὴς τῶν εἰδήσεων.
3.6.2. Ὁμοίως, τὰ ἁρμόδια κανάλια διάδοσης λογοτεχνημάτων ἔχουν ἐπίσης ἀλλάξει δραματικὰ τὰ τελευταῖα εἴκοσι ἔτη. Λογοτεχνήματα μποροῦν νὰ παραχθοῦν ἀπὸ ὁποιονδήποτε, νὰ διαδοθοῦν ἀστραπιαῖα καὶ νὰ γίνουν ἀποδεκτὰ ὡς τέτοια, χωρὶς νὰ εἶναι ἀνιχνεύσιμος κανένας μηχανισμὸς αἰσθητικῆς τους ἀξιολόγησης, ἀλλὰ καὶ χωρὶς νὰ τίθεται κἂν τὸ αἴτημα τῆς αἰσθητικῆς τους ἀξιολόγησης. Καὶ στὴν περίπτωση αὐτή, ἡ διάδοση εἶναι ἡ λογοτεχνία, ἡ διαδικασία καὶ τὸ ἀποτέλεσμά της ταυτίζονται. Τὰ παλαιὰ κανάλια διάδοσης (ἐκδότες, λογοτεχνικὰ περιοδικὰ) ἐξαφανίζονται ἢ μεταλλάσσονται, ἐνσωματώνοντας καὶ καθρεφτίζοντας τὸν κοινωνικὸ διαδικτυακὸ ἱστό, ὥστε ὁ ἴδιος αὐτὸς ὁ ἱστὸς νὰ εἶναι ὁ κατεξοχὴν παραγωγὸς καὶ διακινητὴς τῆς λογοτεχνίας.
4. Οἱ διαδικασίες κατασκευῆς consensus ὡς πρὸς τὴν ἀξία ἑνὸς λογοτεχνήματος ἢ τὴν ἀλήθεια μιᾶς εἴδησης μέσα στὸν κοινωνικὸ διαδικτυακὸ ἱστὸ εἶναι γρήγορες καὶ ἄγριες. Τὸ μέσον ἐπιβάλλει καὶ ἀξιοποιεῖ ταχεῖες στρατηγικὲς ἀνάγνωσης καὶ ἀπόκρισης. Ἡ κατασκευὴ ἑνὸς προφανοῦς καὶ δυναμικοῦ πλειοψηφικοῦ ρεύματος κατάφασης καὶ ἀποδοχῆς μοιραῖα συμπαρασύρει τοὺς χρῆστες, ἐνῶ τυχὀν διαφωνοῦντες ἐκφοβίζονται, διασύρονται καὶ ἐν τέλει ἀποχωροῦν ἢ ὑποχωροῦν, πραγματοποιώντας τὸ γκαιμπελικὸ ὄνειρο σὲ χρόνο μηδέν: ἀντιρρήσεις καὶ ἐπιφυλάξεις διατυπώνονται σπανίως καὶ κυρίως σὲ ἰδιωτικὲς ἐπικοινωνίες (“inbox”!), ἐνῶ ἡ δημόσια στάση πολλῶν ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἐκφράσει ἀντιρρήσεις καὶ ἐπιφυλάξεις ἰδιωτικῶς παραμένει καταφατικὴ πρὸς τὸ διακινούμενο consensus, εἴτε άπὸ φόβο εἴτε ἀπὸ ὑστεροβουλία.
5. Μὲ τὸν ἴδιο ἀκριβῶς τρόπο ποὺ ἡ πλαστὴ εἴδηση ἀντικαθιστᾶ τὴ γνήσια, ἡ πλαστὴ λογοτεχνία ἐπίσης ἀντικαθιστᾶ τὴ γνήσια.
6. Ἡ γνήσια λογοτεχνία, ὅπως καὶ ἡ γνήσια εἴδηση, εἶναι δύσκολο νὰ ἀνακαλυφθεῖ καὶ νὰ διαδοθεῖ ἐν μέσῳ τοῦ γκαιμπελικοῦ κυκεώνα. Μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι τυπικὰ ἀνύπαρκτη, ἔχει ὅμως ἀποκλεισθεῖ ἀπὸ τὴ διαπραγμάτευση ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ὁδηγήσει στὴν ταυτοποίησή της ὡς λογοτεχνίας. Οὐσιαστικἀ, ἑπομένως, ἡ λογοτεχνία ἔχει πεθάνει.
[πρωτοδημοσιεύθηκε στὴν bibliothèque]