à la manière de

Ἀπὸ τὰ ἀγαπημένα μου καβαφικὰ ἀνέκδοτα εἶναι τὸ παρακάτω, ποὺ βρῆκα στὰ “καβαφικὰ τετράδια” τοῦ Τίμου Μαλάνου. Ὁ Μαλάνος ἦταν, λέει, τότε εἰκοσαετής, θαυμαστὴς τοῦ ἔργου τοῦ Καβάφη, καὶ ἐπισκέπτεται συχνὰ τὸν ποιητή:

“Μιὰ μέρα τοῦ εἶπα, πὼς εἶχα γράψει, στὴ δική του τὴν τεχνοτροπία, ἕνα ἱστορικὸ ποίημα, μὲ θέμα τὸν Μέγα Ἀλέξανδρο. Τὸ διάβασε, κι ἔπειτα, παίρνοντας ἕναν-ἕναν τοὺς στίχους του, μοῦ λέει: “Αὐτὸς εἶναι Καβαφικός, αὐτὸς δὲν εἶναι Καβαφικός, αὐτὴ ἡ παρένθεση εἶναι Καβαφική, αὐτὴ ἡ λέξη δὲν εἶναι Καβαφική”. Φυσικά, ὅ,τι δὲν ἦταν Καβαφικό, τὸ μετέτρεψε σὲ Καβαφικό. Στὸ τέλος, βγῆκε ἕνα στιχούργημα à la manière de… ὁ ἴδιος ὅμως δὲν ἔβλεπε (ἢ μπορεῖ καὶ νὰ μὴν ἤθελε νὰ δεῖ) ὅτι μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καταλήγαμε στὴν παρωδία. Ἐκεῖνο ποὺ πρωτίστως τὸν ἐνδιέφερε ἦταν ὁ μαθητὴς (ἕνας μαθητής), ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσε.”

 

Τὸ ἀνέκδοτο μπορεῖ νὰ εἶναι ἢ νὰ μὴν εἶναι ἀληθινό, εἶναι πάντως ἀναμφίβολα ben trovato. Τὴν ἐποχὴ ποὺ φέρεται νὰ διαδραματίζεται τὸ περιστατικό, ὁ Καβάφης ἔχει ἤδη κάποια φήμη, ὄχι βέβαια ἀνάλογη μὲ τὴν ἀξία του, ἀλλὰ πάντως ἔχει ξεπεράσει τὰ στάδια τῆς ἀδιαφορίας, τῆς χλεύης, τῆς χλιαρότητας, καὶ θεωρεῖται πιὰ σημαντικὸς ποιητής. Λογικὸ εἶναι ἕνας αἰγυπτιώτης νέος φανατικὸς γιὰ γράμματα νὰ ἐπιδιώκει νὰ ἐξασφαλίσει τὴν εὔνοια τοῦ Καβάφη, λογικὸ εἶναι νὰ τὸν ἐπισκέπτεται καὶ νὰ ζητάει τὴ συμβουλή του, λογικὸ εἶναι ἐπίσης νὰ τοῦ ὑποβάλλει τὰ πρωτόλειά του πρὸς σχολιασμὸ καὶ βελτίωση. Ἐξίσου λογικὸ βρίσκω τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ παρεμβάσεις τοῦ Καβάφη σὲ ἕνα ποίημα ποὺ προγραμματικὰ τοῦ παρουσιάζεται σὰν καβαφικῆς τεχνοτροπίας ἀποσκοποῦν στὴν ὅσο τὸ δυνατὸν μεγαλύτερη καβαφικότητα τοῦ τελικοῦ ἀποτελέσματος τῆς ἐπεξεργασίας. Τέλος, θεμιτὸ βρίσκω τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ ποιητῆ νὰ ἀποκτήσει μαθητὲς ἢ ἀκολούθους: ἀνήκει πιά, μετὰ ἀπὸ πολλοὺς κόπους καὶ βάσανα καὶ ἐπιθέσεις, στοὺς ἐπιφανεῖς ποιητὲς τῆς ἐποχῆς καὶ εἴθισται οἱ νεοσσοὶ νὰ ἀκολουθοῦν καὶ νὰ μιμοῦνται τοὺς ἐπιφανεῖς.

 

Τὸ ζήτημα ποὺ προκύπτει ἀπὸ αὐτὴν τὴν συνήθεια τῶν ἀκολούθων καὶ τῶν μιμητῶν δὲν εἶναι ὅτι παράγονται καὶ δημοσιεύονται στιχουργήματα à la manière de…, ὅπως τὸ θέτει ὁ Μαλάνος. Αὐτά, ἐφόσον ἀναγνωρίζονται ὡς τέτοια, δὲν βλάπτουν κανέναν˙ ἀντιθέτως, θὰ μποροῦσαν νὰ ὠφελήσουν τοὺς νέους ποιητὲς ὡς χρήσιμες ποιητικὲς ἀσκήσεις σὰν αὐτὲς ποὺ συχνὰ καλοῦνται πράγματι νὰ κάνουν στὶς μέρες μας σὲ σεμινάρια καὶ πανεπιστημιακὰ προγράμματα δημιουργικῆς γραφῆς. Ὑπάρχει, ὅμως, μιὰ σημαντική, πιστεύω, διαφορὰ ἀνάμεσα στὴ χρήση τῆς μιμητικῆς γραφῆς ὡς ὠφέλιμης ἄσκησης καὶ στὴν ὑστερόβουλη χρήση τῆς μίμησης ὡς ὠφέλιμης κολακείας. Καὶ σὲ πεῖσμα τῆς ἐμφανοῦς πρόθεσης τοῦ Μαλάνου στὴν ἐξιστόρησή του αὐτὴ νὰ ψέξει, γιὰ μιὰν ἀκόμα φορά, τὴν κατ᾽αὐτὸν “ἐπαινοθηρία” τοῦ Καβάφη, ὑπάρχει καὶ μιὰ ἄλλη ἀνάγνωση τοῦ περιστατικοῦ, τόσο προφανὴς μάλιστα ὥστε εἶναι νὰ ἀπορεῖ κανεὶς πῶς ὁ παμπόνηρος Μαλάνος δὲν τὴν πρόσεξε. Ἡ ἀνάγνωση αὐτὴ δείχνει τὴν ὑστεροβουλία τοῦ νεαροῦ ἀκολούθου μᾶλλον παρὰ τοῦ ἀναγνωρισμένου ποιητῆ: ὁ φέρελπις νεαρὸς ποιητὴς ὑποβάλλει τὰ σέβη του στὸν καθιερωμένο, τὸν ἐπαινεῖ, τὸν κολακεύει, φτάνει στὸ σημεῖο νὰ μιμεῖται συνειδητὰ καὶ ἐμπρόθετα τὸ ὕφος καὶ νὰ ἀκολουθεῖ τὴ θεματολογία τοῦ καθιερωμένου, καὶ δὲν διστάζει νὰ ζητήσει καὶ τὴ συμβουλὴ καὶ τὴ βοήθεια τοῦ τελευταίου ὥστε νὰ ἀποκτήσει, χάρη στὴν ἀπροκάλυπτη αὐτὴ κολακεία, καὶ ὁ ἴδιος κάποια θέση στὰ γράμματα. Καὶ φυσικά, τὴ θέση αὐτὴ τὴν κερδίζει στὸ τέλος! Ὁ ἴδιος ὁ Μαλάνος μᾶς λέει ὅτι ὁ Καβάφης “ἔσπρωξε ὣς τὴ δημοσίευση” τὸ ἐν λόγῳ στιχούργημα (ἂν καὶ ὑπάρχουν ἄλλες μαρτυρίες ὅτι ὁ ἵδιος ὁ Μαλάνος, βεβαίως, πάσχισε νὰ τὸ δημοσιεύσει).

 

Καὶ ἂν τὸ τίμημα ποὺ ἔπρεπε νὰ πληρώσει ὁ νεαρὸς Μαλάνος γιὰ νὰ δεῖ ποίημά του δημοσιευμένο ἦταν νὰ ἐγκαταλείψει κάθε σχέδιο γιὰ δικό του ποίημα καὶ ἀντ᾽ αὐτοῦ νὰ κατασκευάσει ἕνα ποίημα à la manière de Cavafy, ὥστε νὰ ἐξασφαλίσει τὴν ἔγκριση καὶ τὴν ἀποδοχὴ τοῦ λογοτεχνικοῦ σιναφιοῦ τῆς ἐποχῆς, τὸ τίμημα ποὺ πληρώνουν πολλοὶ σύγχρονοί μας ποιητὲς δὲν διαφέρει καὶ πολύ: καὶ αὐτοὶ ἐπίσης γράφουν à la manière de, ἐπιλέγοντας μάλιστα, συχνὰ συνειδητά, ὄχι πρότυπα συγγενικὰ πρὸς τὴν δική τους (ἀνύπαρκτη συνήθως) ἀντίληψη γιὰ τὴν ποίηση, ἀλλὰ τὰ πρότυπα μὲ τὴν μεγαλύτερη ἐπιρροὴ στὸ λογοτεχνικὸ πεδίο˙ καὶ αὐτοὶ κολακεύουν ἀκατάπαυστα τοὺς ἐπιφανεῖς τοῦ λογοτεχνικοῦ πεδίου ἀλλὰ καὶ τοὺς λοιποὺς κλειδοκράτορες˙ καὶ σὰν νὰ μὴν ἔφταναν ὅλα αὐτά, πληρώνουν καὶ ἀπολύτως ὑλικὸ τίμημα, τὴν ἀμοιβὴ τοῦ ἐκδότη δηλαδή, ποὺ μὲ ἀφοσίωση στὴν νεοελληνικὴ ποίηση θὰ τυπώσει (καί, ἂν εἶναι τυχεροί, θὰ διανείμει) τὸ ἔργο τους.

 

Τοὐλάχιστον στὸ ἀγαπημένο μου καβαφικὸ ἀνέκδοτο τὸ πρότυπο ποὺ ἀκολουθεῖ (καὶ ἀργότερα ἐγκαταλείπει) ὁ φέρελπις ποιητὴς εἶναι, πράγματι, νέο καὶ ἀνατρεπτικό, ἀποτελεῖ πράγματι τομὴ στὴ νεοελληνικὴ ποίηση καὶ παραμένει, ἀκόμη καὶ σήμερα, σημαντικὴ στιγμὴ τῆς παγκόσμιας ποίησης. Δὲν ἔχει βλάψει τὴν ποίηση ἰδιαίτερα ὁ ἑσμὸς τῶν μιμητῶν τοῦ Καβάφη τὰ τελευταῖα ἑκατὸ χρόνια, ἐνῶ πολλοὶ ποὺ μαθήτευσαν στὸ καβαφικὸ ἐργαστήρι ἔχουν πράγματι κομίσει δῶρα σημαντικὰ στὴν τέχνη τῆς ποιήσεως.

 

Ἀντίθετα, ὁ σύγχρονος ὑστερόβουλος μιμητισμὸς μοῦ φαίνεται ὅτι ἐπιλέγει ὡς πρότυπα ποιητὲς ποὺ κατάφεραν, μὲ μεθόδους ποὺ κανεὶς δὲν συζητεῖ, νὰ ἐπιβληθοῦν στὸ λογοτεχνικὸ πεδίο, χωρὶς νὰ ἔχουν δημιουργήσει (ἢ νὰ εἶναι ἱκανοὶ νὰ δημιουργήσουν) ἔργο πρωτότυπο ἢ σημαντικὸ καὶ χωρὶς νὰ ἐπιχειροῦν πλέον νὰ δημιουργήσουν τέτοιο ἔργο˙ ποιητὲς ποὺ ξεκίνησαν τὴν σταδιοδρομία τους στὰ γράμματα μὲ στιχουργήματα μιμητικὰ ἄλλων καὶ συνεχίζουν μιμούμενοι τὰ δικά τους παλαιότερα μιμητικὰ στιχουργήματα, κορδωνόμενοι σὰν γυμνοὶ βασιλεῖς στὸ τελματῶδες ἀδιέξοδο ὅπου ἡγεμονεύουν.

 

Ὁ μηχανισμὸς τῆς διακίνησης καὶ διάδοσης τῆς λογοτεχνίας δὲν ἀφήνει πολλὰ περιθώρια: οἱ ποιητικὲς δημόσιες σχέσεις εἶναι ἀναγκαῖες γιὰ τὴν ἐπιβίωση τῶν ποιητῶν. Ἀλλὰ καθὼς τὰ πρόσωπα μὲ τὰ ὁποῖα συνάπτονται αὐτοῦ τοῦ εἴδους οἱ δημόσιες σχέσεις συναποτελοῦν τὸ συχνὰ μισαλλόδοξο καθεστώς, τὸ ὁποῖο ἀποστρέφεται ὅ,τι μπορεῖ νὰ τὸ ὑπονομεύσει καὶ ἀνταμείβει ὅ,τι τὸ ἀναπαράγει, ἡ δημόσια ὁδὸς τῆς καταξίωσης καταλήγει στὸν ἀναμηρυκασμό. Τὸ παράδοξο ποὺ προκύπτει εἶναι ὅτι ἡ συνθήκη τῆς ἐπιβίωσης τοῦ ποιητικοῦ ἔργου εἶναι ἐπίσης ἡ συνθήκη τῆς ἀκύρωσής του: γιὰ νὰ ἐπιβιώσει (δηλαδή: νὰ διακινηθεῖ, νὰ διαβασθεῖ, νὰ διακριθεῖ) τὸ ἴδιο τὸ ἔργο πρέπει νὰ παγιδευθεῖ στὴ φόρμα καὶ στὴ θεματικὴ τοῦ ἤδη τελματωμένου παρελθόντος, καθὼς τὰ μέσα τῆς ἐπιβίωσης βρίσκονται στὰ νύχια ἀκριβῶς τοῦ τελματωμένου παρελθόντος.

 

Δὲν ἔχω διέξοδο νὰ προτείνω, δὲν ὑπάρχει συμπέρασμα, δὲν ὑπάρχει πρόταση. Μόνο μιὰ ἐπισήμανση, μᾶλλον κοινότοπη: τὸ οὐσιῶδες ἔργο εἶναι πάντα ἔργο ἐν προόδῳ:  τὸ παρελθὸν – ἔστω καὶ τυπωμένο – ἔργο ἀνανοηματοδοτεῖται καὶ τὸ μελλοντικὸ ἔργο ἀναθεωρεῖ καὶ ἀνανοηματοδοτεῖ˙ ὅσο τὸ παρὸν ἀκυρώνεται, τὸ τέλμα ἁπλώνεται χρονικά. Ὁ θάνατος τῆς ποίησης θὰ ἔρθει not with a bang, but a whimper. Καὶ θὰ εἶναι ἀναντίστρεπτος.

 

[πρωτοδημοσιεύθηκε στὴ bibliothèque]

Σχόλια

Συμπληρῶστε κατωτέρω τὰ στοιχεῖα σας ἢ πατῆστε σὲ ἕνα εἰκονίδιο γιὰ νὰ συνδεθῆτε.

Λογότυπος τοῦ WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιῶντας τὸν λογαριασμό σας στὸ WordPress.com. Ἀποσυνδεθῆτε /  Ἀλλαγή )

Φωτογραφία στὸ Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιῶντας τὸν λογαριασμό σας στὸ Facebook. Ἀποσυνδεθῆτε /  Ἀλλαγή )

Σύνδεση μὲ τὸ %s σὲ ἐξέλιξη...

Αὐτὸς ὁ ἱστότοπος χρησιμοποιεῖ τὸ Akismet γιὰ νὰ μειώσει τὰ ἀνεπιθύμητα μηνύματα. Μάθετε τί συμβαίνει μὲ τὰ δεδομένα τῶν σχολίων σας.