

Ἀδειάζει ξαφνικὰ τὸ σῶμα σου
ὁ θώρακας κυρίως σοῦ φαίνεται
σὰν νὰ ἔμεινε κέλυφος κενὸ
χωρὶς καρδιά, χωρὶς πνεύμονες
χωρὶς ἀνάσα, χωρὶς χτύπους,
θὰ σὲ πάρει νομίζεις ὁ ἄνεμος
τρέμει τὸ περίβλημά σου ἄδειο
νοιώθεις πὼς σὰν στάχτη θὰ διαλυθεῖ.
Τὴν ἑπόμενη στιγμὴ διαπιστώνεις
πὼς εἶσαι ἀκόμη ἐκεῖ, ἔφυγε ὁ φόβος
ὅπως ἦρθε, ἀστραπιαῖα καὶ ἀναίτια.

Ἐπεισόδιο στιγμιαίας παράλυσης
αὐτὸ εἶναι ὁ φόβος, μὲ τὴ διαφορὰ
πὼς κάθε φορὰ εἶναι σὰν πρώτη φορὰ
ἀπροετοίμαστο πάντα καὶ ἔκπληκτο
σὲ καταλαμβάνει καὶ δὲν ἔχεις ποτὲ
γιὰ τὴν ἔκβαση καμμιὰ βεβαιότητα
δὲν σὲ διδάσκει ἡ ἐπανάληψη
ὥσπου σὰν ριπὲς καταφθάνουν
ἀπανωτὲς οἱ στιγμὲς τῆς παράλυσης
καὶ τὰ ἐπεισόδια αὐτὰ γίνονται
σημεῖα μιᾶς μόνιμης στίξης.

Κι ὅσο ἁπλώνεται πίσω σου ἡ ζωὴ
σὰν χιλιόμετρα ποὺ ἤδη ἔχεις διανύσει
σὲ δρόμο ἐρημικὸ τῆς ἐπαρχίας
τόσο πιὸ καθαρὰ διακρίνεις
ἀπὸ τὸν καθρέφτη τοῦ αὐτοκινήτου
τὴν ἀσυνέχεια τοῦ ὁδοστρώματος
τὰ ἀπροσδόκητα αὐτὰ ἐπεισόδια
ἐπαναλαμβανόμενης στιγμιαίας παράλυσης
στριμωγμένα χωρὶς λόγο σὲ κάδους
ἀπ᾽ αὐτοὺς ποὺ στήνουν οἱ διαδηλωτὲς
στὴ μέση τοῦ δρόμου καὶ καῖνε.

Ὅσο κι ἂν πυκνώνουν τὰ φοβικὰ ἐπεισόδια
ἔτσι εἶναι, λές, ἡ ζωή, δὲν τὴν σταματοῦν
λίγες μικρὲς ἀκαριαῖες παύσεις
σηκώνεσαι καὶ συνεχίζεις ἀνάμεσα
στὰ καιόμενα ὁδοφράγματα
καὶ προχωρᾶς καὶ ξαναπέφτεις
καὶ ξανασηκώνεσαι καὶ προχωρᾶς
καὶ δὲν ξέρεις πότε θὰ φτάσεις στὸ τέρμα,
οὕτως ἣ ἄλλως, θὰ ἔρθει ἀναπάντεχα,
δὲν θὰ προφτάσεις νὰ φοβηθεῖς
ἡ νόσος ἀδιάγνωστη θὰ σὲ σύρει ὣς ἐκεῖ.
