Το ποίημα του Ezra Pound The Study in Aesthetics, του οποίου παραθέτω εδώ την εκδοχή μου, είναι από τα πιο αγαπημένα μου. Ανήκει στη συλλογή Lustra και γράφτηκε το 1916. Το πρωτότυπο κείμενο μπορεί κανείς να βρει και εδώ. Αν και δεν υπάρχει ηχογράφηση του Pound να διαβάζει το συγκεκριμένο ποίημα, θα συνιστούσα αναχρονιστικά τη φωνή του να τραγουδά το Usura (Canto XLV), σε διαρκές repeat, ως υπόκρουση σε οποιοδήποτε ποίημα από τα Lustra, για να μας θυμίζει ότι ο στίχος του Pound δεν είναι ελεύθερος, αλλά ρυθμικότατος.
Τα εξής λόγια του ποιητή νομίζω ότι αποκαλύπτουν πολλά για την ποίησή του:
Το έργο τέχνης αποτελεί ένα συγκερασμό ελευθερίας και τάξης. Είναι απολύτως προφανές ότι η τέχνη αιωρείται μεταξύ του χάους από τη μια μεριά και της τεχνικής από την άλλη.
Η Μελέτη της Αισθητικής
Ήσαν κάτι πολύ μικρά παιδιά με ρούχα μπαλωμένα
Και τα χτύπησε σοφία ασυνήθιστη
Μόλις πέρασε μπροστά τους η γυναίκα, σταμάτησαν το παιχνίδι
Παράτησαν τα βότσαλα και φώναξαν:
Guarda! Ahi, guarda! Ch’e b’ea!
Όμως τρία χρόνια μετά
Άκουσα το νεαρό Δάντη, δεν ξέρω το επώνυμό του –
Γιατί υπάρχουν, στο Sirmione, είκοσι οκτώ Δάντες και τριάντα τέσσερεις Κάτουλλοι –
Και ήταν πάρα πολλές οι σαρδέλλες στην ψαριά
Και οι μεγαλύτεροι
Τις παράχωναν σε μεγάλα ξύλινα κασόνια
Για να τις πάνε στην αγορά στη Brescia, και αυτός
Πηδούσε δεξιά και αριστερά, άρπαζε τα εξαίσια ψάρια
Και μπλεκόταν σε όλων τα πόδια
Και μάταια τον διέταζαν να sta fermo!
Και όποτε δεν τον άφηναν να στολίσει
Τα ψάρια στα κασόνια
Χάιδευε όσα είχε ήδη στολίσει
Και μουρμούριζε μόνο για δική του ευχαρίστηση
Απαράλλακτη την ίδια φράση:
Ch’e b’ea!
Και σάστισα ελαφρώς μόλις την άκουσα.